Βιογραφικά στοιχεία Δομήνικου Θεοτοκόπουλου ( 2 διδακτικές ώρες)
Πέμπτη 13/3/14
Του Κυριακουλόπουλου Ευάγγελου Πάτρα 28/2/14
Πέμπτη 13/3/14
Του Κυριακουλόπουλου Ευάγγελου Πάτρα 28/2/14
Ο
Δομήνικος Θεοτοκόπουλος πιθανότατα γεννήθηκε στις 5 Νοεμβρίου 1541 στο Χάνδακα
της Κρήτης και πιο συγκεκριμένα στο χωρίο Φοδέλε του Μαλεβιζίου. Η παραπάνω
εκδοχή δεν προκύπτει από κάποιο επίσημο έγγραφο αλλά από μια ιδιόχειρη σημείωσή
του –μαρτυρία η οποία μας πληροφορεί ότι το 1606 ήταν 65 ετών.
Ο
πατέρας, Γεώργιος Θεοτοκόπουλος ήταν φοροεισπράκτορας και έμπορος ενώ παραμένει
άγνωστη η ταυτότητα της μητέρας του και αδιευκρίνιστο αν υπήρχε μια πρώτη ελληνίδα
σύζυγος στην Κρήτη. Γύρω από το θρήσκευμα του Θεοτοκόπουλου εγείρονται
συζητήσεις περί του αν ήταν ορθόδοξος ή καθολικός. Η φράση της διαθήκης του «ήμουν πιστός Καθολικός»
δεν έχει πλέον ιδιαίτερη βαρύτητα διότι πιστεύεται ότι γράφτηκε κάτω από τη απειλή
της Ιεράς Εξέτασης. Αντίθετα υποστηρίζεται ότι ήταν και παρέμεινε Ορθόδοξος,
όπως και όλη η οικογένειά του, εκδοχή που βασίζεται σε αρχειακές μελέτες
σύμφωνα με τις οποίες ένας θείος του ήταν ιερέας, ενώ δεν υπάρχει το όνομά του
στα αρχεία βαπτίσεων της Καθολικής Εκκλησίας στην Κρήτη.
Το
όνομα της βάπτισής του ήταν Κυριάκος, αλλά στην Ιταλία επειδή έμοιαζε με το «Kύριος» μεταφράστηκε στα λατινικά ως
Dominus
και στη συνέχεια . Τέλος στην Ισπανία έμεινε σαν Δομήνικος ο Έλληνας, Domenico el Greco ή απλά el Greco .
Αν κρίνει κανείς από την πλούσια βιβλιοθήκη που κληροδότησε μετά το θάνατό του
θα συμπεράνει ότι ήταν ιδιαίτερα καλλιεργημένος με αγάπη στην ελληνική και
κλασσική παιδεία και με προτίμηση στην φιλοσοφία του Πλάτωνα. Από νεαρή ηλικία
φαίνεται ότι εκπαιδεύτηκε ως αγιογράφος. Την εποχή του η Κρήτη βρίσκεται υπό
την κατοχή των Βενετών και τόσο η επαφή
της Κρήτης με τη Βενετία όσο και ο ερχομός μετά την άλωση πολλών λογίων από την
Πόλη δημιούργησαν ένα καλλιτεχνικό ρεύμα
το οποίο συνετέλεσε μεταξύ των άλλων στην άνθηση της ζωγραφικής. Οι ζωγράφοι
συνδύαζαν το βυζαντινή τεχνοτροπία με τις δυτικές επιρροές και έφτιαχναν
φορητές κυρίως εικόνες διαμορφώνοντας τη λεγόμενη Κρητική Σχολή. Σε αυτό το
περιβάλλον διαμορφώθηκε η καλλιτεχνική αντίληψη του Θεοτοκόπουλου με έντονη τη
βυζαντινή επίδραση στα πρώιμα τουλάχιστον έργα του. Η κλίση του και το ταλέντο
του στη ζωγραφική φαίνεται πως έπεισαν τον πατέρα του να επιτρέψει τη φοίτησή
του σε κάποιο εικονογραφικό εργαστήριο ή σε κάποιο μοναστήρι του νησιού.
Σε
δημόσιο έγγραφο που εξέδωσαν οι Βενετικές αρχές στην Κρήτη με ημερομηνία 28 Σεπτεμβρίου
1563 ζητείται η προστασία της οικογένειας Θεοτοκόπουλου από κάποιον γείτονα με
τον οποίο βρίσκονταν σε διένεξη. Στο έγγραφο αυτό διασώζεται η πολύτιμη
πληροφορία ότι ο Δομήνικος μόλις είκοσι χρονών τότε ήταν ήδη μαΐστρος δηλαδή
δάσκαλος, επαγγελματίας ζωγράφος. Σε ένα πωλητήριο συμβόλαιο σπιτιού με
ημερομηνία 6 Ιουνίου 1566 ο
Θεοτοκόπουλος υπογράφει ως μαΐστρος μένεγος Θεοτοκόπουλος, σγουράφος. Τέλος
στις 26 Δεκεμβρίου 1566 εκδίδεται από τις Βενετικές αρχές του Χάνδακα άδεια
στον μαέστρο Δομήνικο Θεοτοκόπουλο να πουλήσει πίνακα αντί του ποσού των 70
δουκάτων.
Από
τις παραπάνω αρχειακές μελέτες διαπιστώνουμε ότι ο Θεοτοκόπουλος τουλάχιστον
μέχρι τέλη του 1566 βρίσκεται στην Κρήτη , προπάντων όμως ότι σε ηλικία είκοσι
πέντε ετών ήταν τελειωμένος ζωγράφος που ασκούσε επαγγελματικά την τέχνη. Ο
σημαντικότερος ζωγράφος της Κρητικής σχολής ήταν ο Θεοφάνης Στρελίτζας, ενώ στο
δεύτερο μισό του 16 ου αιώνα ξεχωρίζουν ο Μιχαήλ Δαμασκηνός και ο Γεώργιος Κλόντζας.
Ο δάσκαλος του Θεοτοκόπουλου είναι άγνωστος αν κα έχει προταθεί ο Ιωάννης Αγραπιώτης.
Πάντως οι τεχνοτροπικές συνάφειες έργων που έχουν διασωθεί με έργα του Θεοφάνη
μας επιτρέπουν να δεχτούμε ότι ο Δομήνικος μαθήτευσε σε μαθητή του
περιβάλλοντος του Θεοφάνη. Στην Κρητική περίοδο του καλλιτέχνη ανήκουν τέσσερα
διαπιστωμένα έργα του. Η Κοίμηση της Θεοτόκου με τη σπάνια υπογραφή Δομήνικος Θεοτοκόπουλος
ο δείξας, η οποία βρίσκεται στο ναό της Παναγίας στην Ερμούπολη της Σύρου. Ο
ευαγγελιστής Λουκάς ζωγραφίζει την βρεφοκρατούσα Παναγία μεταξύ 1560-67 που
φυλάσσεται στο μουσείο Μπενάκη. Η προσκύνηση των μάγων , μεταξύ 1565-67 που
επίσης βρίσκεται στο μουσείο Μπενάκη, και το Πάθος του Κυρίου η οποία σύμφωνα
με αρχειακό έγγραφο φτιάχτηκε πριν το 1566 και σήμερα είναι αταύτιστη. Σίγουρα
πρόκειται για πολύ μικρή καλλιτεχνική παραγωγή που κάλυψε την περίοδο
1559-1567. Από την εξέταση όμως αυτών των έργων διαπιστώνουμε τη βυζαντινή
παιδεία του Θεοτοκόπουλου και την ευνοϊκή ματιά του προς τα δυτικά
αναγεννησιακά πρότυπα.
Έχοντας
ως δεδομένο ότι η Κρήτη βρισκόταν στην επικράτεια της Δημοκρατίας της Βενετίας
ήταν φυσιολογική η μετακίνηση του Θεοτοκόπουλου στη Βενετία. Πότε ακριβώς έφυγε
από την Κρήτη είναι άγνωστο και πιθανολογείται το έτος 1567, επίσης άγνωστο
είναι τι ακριβώς ζητούσε σε αυτό το ταξίδι. Στα αρχεία της ελληνικής κοινότητας
της Βενετίας δεν υπάρχει η παραμικρή αναφορά στο Θεοτοκόπουλο και αυτό το
γεγονός σημαίνει ότι ο Θεοτοκόπουλος δεν επιθυμούσε να εργαστεί ως ζωγράφος
εικόνων της ελληνικής παροικίας. Η παραμονή του στη Βενετία θα σημαδέψει την
καριέρα του και την υστεροφημία του, αρκεί να σημειωθεί ότι μέχρι το 1910 στους
καταλόγους του μουσείου Πράδο αναφερόταν
ως ζωγράφος της Βενετσιάνικης σχολής. Το έργο που αποτυπώνει τη μετάβαση του Θεοτοκόπουλου
από το βυζαντινό στο δυτικό ιδίωμα είναι το τρίπτυχο της Μόδενας. Η τέχνη του
συμπυκνώνει το τέλος της Κρητικής διαδρομής του Δομήνικου και την έναρξη της
προσωπικής του έκφρασης με βάση την αισθητική αντίληψη της Βενετσιάνικης
ζωγραφικής. Στη Βενετία ζωγραφίζει με βάση τη βυζαντινή τεχνική εμπλουτισμένη
όμως με τολμηρότητα και έντονα χρώματα.
Η βυζαντινή του καλλιτεχνική αντίληψη στάθηκε εμπόδιο και δεν έγινε δεκτός στα
εργαστήρια του Τιτσιάνο και του Τιντορέτο. Μετά τον αποκλεισμό του αναζήτησε για
δάσκαλο τον διάσημο Ιάκωβο Δαπόντε που εργαζόταν στο Bassano και ο οποίος τον
κράτησε κοντά του μια δεκαετία.
Δίπλα
στον Bassano
έγινε βενετός καλλιτέχνης και καθιερωμένος σαν Γκρέκο γύρισε στη Βενετία εργαζόμενος πλέον στο εργαστήρι του Τιτσιάνο.
Βέβαια ο Θεοτοκόπουλος δεν έχει κανένα ίχνος από το πέρασμά του κοντά στον Ιταλό
δημιουργό γεγονός που συνηγορεί στην άποψη ότι ποτέ οι δυο καλλιτέχνες δεν συνυπήρξαν.
Αυτή η άποψη δεν ευσταθεί αφού υπάρχει επιστολή του μικρογράφου Ιούλιου Κλόβιο
ο οποίος ζητά από τον φιλότεχνο καρδινάλιο Φαρνέζε να θέσει υπό την προστασία
του ένα ταλαντούχο Κρητικό ζωγράφο μαθητή του Τιτσιάνο. Επιπλέον οι επιδράσεις
του Τιτσιάνο είναι εμφανείς στο έργο του Θεοτοκόπουλου και για ενδεικτικό
παράδειγμα μπορούμε να αναφέρουμε τον
πίνακα του «Ευαγγελισμού» όπου ο χείμαρρος του χρυσού φωτός κατεβαίνει από τον
ουρανό συνοδεύοντας το Άγιο Πνεύμα καθώς και οι μεγάλες και βαριές φτερούγες
του αγγέλου, στοιχεία που θα συνοδεύουν τον Κρητικό κάθε φορά που θα ζωγραφίζει τον Ευαγγελισμό.
Στη
Βενετία ο Θεοτοκόπουλος θα βρει το εργαστήριο του Γιάκοπο Τιντορέτο στο οποίο ο
ιδιοκτήτης του δέχεται παραγγελίες προσωπογραφιών και θρησκευτικών παραστάσεων.
Ο θαυμασμός του Θεοτοκόπουλου προς τον Τιντορέτο διαφαίνεται μέσα στις σημειώσεις
του όπου αναφέρει ότι η «Σταύρωση» του τελευταίου είναι το καλύτερο ζωγραφικό
έργο που υπάρχει στον κόσμο. Η επίδραση που ασκεί ο Τιντορέτο στον Θεοτοκόπουλο
φαίνεται όταν φτιάχνει το Espolio. Συγκεκριμένα στη μορφή δεξιά που ετοιμάζει το
σταυρό και στις τρεις Μαρίες τις οποίες εμπνέεται –δανείζεται από τον Τιντορέτο
και τις τοποθετεί στον πίνακά του χωρίς
να υπάρχει ανάλογο προηγούμενο και που θα του στοιχίσει τη σύγκρουση με την
Ιερά Εξέταση. Αλλά και στις τρεμουλιαστές μορφές , τις ζωγραφισμένες με βίαιες
πινελιές που λάμπουν καθώς αναδύονται στο γκριζογάλανο ημίφως. Κοντά στα ιερά τέρατα της Βενετίας κερδίζει
την εκτίμηση της αστικής κοινωνίας, υιοθετώντας τα ιδιώματα της όψιμης
αναγέννησης και τους τύπους του μανιερισμού. Επίσης αυτή την περίοδο
εγκαταλείπει το ξύλο και εφαρμόζει την τεχνική της ελαιογραφίας ζωγραφίζοντας
πλέον σε μουσαμά.
Το 1570 βρέθηκε στη Ρώμη και αυτό είναι
τεκμηριωμένο από την επιστολή του Ντον Τζούλιο Κλόβιο προς τον καρδινάλιο
Φαρνέζε στις 16 Νοεμβρίου 1570 : «Στη Ρώμη έφτασε ένας νέος Κρητικός μαθητής
του Τιτσιάνο, που κατά τη γνώμη μου είναι από τους καλύτερους που διακρίνονται
στη ζωγραφική. Εκτός από τα άλλα έργα του μια προσωπογραφία του κατέπληξε όλους
τους ζωγράφους της Ρώμης….». Στη ρώμη γίνεται γνωστός σε όλους τους
καλλιτεχνικούς κύκλους, αναγνωρίζεται το ταλέντο του και εργάζεται με επιτυχία κάτω
από την προστασία του Φαρνέζε. Το 1572 αποπέμφθηκε από το Παλάτσο Φαρνέζε όπως φαίνεται
από μια επιστολή του Θεοτοκόπουλου στην οποία διαμαρτύρεται για την άδικη
εκδίωξή του. Στις 18 Σεπτεμβρίου 1572 κατέθεσε αίτηση για να εγγραφεί ως μέλος
της συντεχνίας των ζωγράφων του Αγίου Λουκά με το όνομα Domenico Greco πράγμα
που δείχνει την απόφασή του να συνεχίσει ως ανεξάρτητος και αυτόνομος ζωγράφος.
Αντιμετωπίζει τον σκληρό ανταγωνισμό των άλλων Ιταλών ζωγράφων και είχε να
αναμετρηθεί με το θρύλο που παρέμενε ακόμα ζωντανός, αν και είχαν περάσει έξι
χρόνια από το θάνατό του, και λεγόταν Μιχαήλ Άγγελος. Ο ίδιος ο Θεοτοκόπουλος
μάλλον υποτιμούσε το έργο του Μιχαήλ Άγγελου αφού φέρεται να ισχυριζόταν ότι «ήταν
καλός άνθρωπος αλλά δεν ήξερε να ζωγραφίζει». Συνάμα πρότεινε στον Πάπα Πίο Β΄
να αντικαταστήσει το έργο «Δευτέρα παρουσία» στην Καπέλα Σιξτίνα με άλλο σεμνό
και κατάλληλο, αλλά όχι κατώτερο. Η πρότασή του θεωρήθηκε πρόκληση προς τους άλλους
καλλιτέχνες και βλασφημία στη μνήμη του
μεγάλου Μιχαήλ Άγγελου και ως εκ τούτου ο θόρυβος που προκλήθηκε και η
αναπάντεχη εχθρότητα τον ανάγκασαν να αναζητήσει νέα πατρίδα. Πάντως η ένταξη
των προσωπογραφιών του Τιτσιάνο, του Μιχαήλ Άγγελου, του Ραφαήλ και του Κλόβιο
μέσα στον πίνακα «η εκδίωξη των εμπόρων», έχει ερμηνευτεί ως αναγνώριση και
φόρος τιμής της αξίας των Ιταλών τιτάνων της ζωγραφικής τέχνης. Στη Ρώμη οι
πίνακες που δημιούργησε φέρνουν έκδηλες τις επιρροές του από τον Τιντορέτο,
όπως δείχνει η προσωπογραφία του Κλόβιο και από τον Bassano όπως δείχνει ο ρεαλισμός
των χαρακτηριστικών του προσώπου στον πίνακα «το αγόρι με το δαυλό». Επιπλέον
τα έργα αυτής της περιόδου αυτής
ακολουθούν τα αναγεννησιακά ιδιώματα, δίνει ιδιαίτερη έμφαση στο
χειρισμό του φωτός και στο χρώμα, υιοθετεί μια νέα τεχνική με στοιχεία
μανιερισμού και παραμερίζει εντελώς τα στοιχεία της βυζαντινής παράδοσης.
Το
1577 ο Θεοτοκόπουλος μετακινείται στην Ισπανία. Την εγκατάστασή του στη χώρα
αυτή μπορεί να ερμηνεύσουν οι στενές σχέσεις που είχε αναπτύξει κατά την
παραμονή του στην Ιταλία με ισπανούς ουμανιστές, και η ανέγερση την εποχή εκείνη του Εσκοριάλ
από τον Φίλλιπο Β΄, ενός ανακτόρου - μοναστηριού πάνω στο οποίο στρέφονταν τα βλέμματα όλων των
καλλιτεχνών.
Στη
Μαδρίτη ο Θεοτοκόπουλος έφτιαξε πλήθος προσωπογραφιών καθώς και το εικονοστάσι
του Σαν Ντομίγκο ελ Αντίγου. Συμμετείχε στην ομάδα φιλοτέχνησης του Εσκοριάλ
και επιχείρησε να φτιάξει για την εκκλησία του Αγίου Λαυρεντίου τον πίνακα «το
μαρτύριο του αγίου Μαυρικίου» έργο το οποίο απέρριψε ο Φίλλιπος Β΄ ως μη
συμβατό με το πνεύμα που ο ίδιος επιζητούσε. Ο Θεοτοκόπουλος στη Μαδρίτη θα
παραμείνει ως το 1684, αλλά δεν θα μπορέσει να γίνει μέλος της βασιλικής αυλής
και έτσι θα φύγει για το Τολέδο πόλη καταγωγής της συζύγου του Χερόνιμα ντε λας
Κουέβας. Ο Παραβιθίνιο σε ένα σονέτο του περιέγραψε τη σχέση του Δομήνικου με
το Τολέδο: «ζωή πήρε από την Κρήτη και χρωστήρες, πιο ωραία πατρίδα βρήκε στο Τολέδο,
από όπου ξεκινά την αιωνιότητα να κατακτήσει δια του θανάτου». Στην πόλη του
Τολέδο θα αποκτήσει το μοναχογιό του Χόρχε Μανουέλ και θα συνεργαστεί με πλήθος
επωνύμων όπως τον Παραβιθίνιο, το λόγιο Κοβαρούμπας, τον πιστό μέχρι τέλους
φίλο του Δον Λουίς ντε Καστίλια. Το Τολέδο
είναι πόλη με αριστοκρατικό παρουσιαστικό, με καλλιτεχνική παράδοση και
ζωγραφική επικεντρωμένη σε θρησκευτικά θέματα.
Εδώ ο εσωτερικός κόσμος του Δομήνικου θα βρει το κατάλληλο κλίμα για να
εκφραστεί δημιουργικά και ελεύθερα. Το Τολέδο με το έντονο αίσθημα του
μυστικισμού και θρησκευτικής κατάνυξης θα γίνει η μόνιμη πατρίδα του. Σε αυτό
το θρησκευτικό και μυστικιστικό περιβάλλον χρησιμοποίησε την εναλλαγή του φωτός
και της σκιάς προκειμένου να αναδείξει το εσωτερικό αίσθημα, την αγωνία του
ανθρώπου. Τα έργα του Θεοτοκόπουλου με το πάθος που τα διακρίνει θα
ικανοποιήσουν την αισθητικές και ιδεολογικές
απαιτήσεις της πόλης και σύντομα η φήμη του καλλιτέχνη θα εξακτινωθεί σε
όλη την Ισπανία. Το 1577 είχε παραδώσει ένα από τα καλύτερα έργα του, τον
πίνακα «Διαμερισμός των Ιματίων του Χριστού». Το 1586 του αναθέτουν την
δημιουργία του πίνακα «ο θάνατος του Κόμη Οργκάθ», ένα από τα δημοφιλέστερα
έργα στο οποίο εκφράζει με άρτι τρόπο τη μέθοδο του μανιερισμού. Πλήθος είναι
τα έργα που παραδίδει, ανάληψη της παναγίας, Ιωάννης ο Βαπτιστής, Ιωάννης ο
Ευαγγελιστής, Άγιος Βενέδικτος, Αγία Τριάδα, η Προσκύνηση των Ποιμένων, ο Άγιος
Ιδελφόνσος είναι έργα τα οποία αποδεικνύουν
την ικανότητα του Θεοτοκόπουλου να συνδυάζει στοιχεία και να δημιουργεί μια
πρωτότυπη σύνθεση. Το εργαστήριο του στο οποίο εργάστηκε και γιός του ως
ζωγράφος, γνώρισε την ακμή του μεταξύ 1600-1607. Στο ενεργητικό του
καταγράφονται διακοσμήσεις δεκάτων εκκλησιών και παρεκκλησίων όπως του Αγίου
Ιωσήφ, του Αγίου Δομήνικου του πρεσβύτερου, του ιδρύματος της Dona Maria de Aragon, του νοσοκομείου Καριδάδ στο
Ιγιέσκας και η τελευταία παραγγελία του για το νοσοκομείο Ταβέρα του Τολέδου.
Ο
Θεοτοκόπουλος δεν υπήρξε μόνο ζωγράφος αλλά και αρχιτέκτονας και γλύπτης. Ως
αρχιτέκτονας σχεδίασε αρκετά εικονοστάσια των οποίων ανέλαβε και τη διακόσμηση
με γλυπτά. Σπουδαίο δείγμα αποτελεί το εικονοστάσιο της Ιλιέσκας με τα αγάλματα
της Ελπίδας, της Πίστης, του προφήτη Ησαΐα και του Συμεών. Τα έργα απεικονίζουν
κυρίως θέματα θρησκευτικά, με εξαίρεση τρεις τοπιογραφίες , οι δύο από αυτές
του Τολέδου και ένα, ο Λαοκόων, με μυθολογικό περιεχόμενο. Οι προσωπογραφίες
του αποδίδουν μορφές απλών κυρίως ανθρώπων και άλλες προσωπικοτήτων του στενού του
περιβάλλοντος. Σπάνια είναι τα πορτρέτα προσώπων που κατείχαν δημόσια αξιώματα
όπως η προσωπογραφία του Καρδινάλιου για την οποία οδηγήθηκε στην ιερά εξέταση
εξαιτίας της επιλογής του να ζωγραφίσει τον ιερωμένο Φενάνδο Νίνιο ντε Γκεβάρα
φορώντας γυαλιά. Στην απογραφή που
συνέταξε ο γιός του Χόρχε Μανουέλ αναφέρονται 143 πίνακες, 43 γύψινα ή πήλινα
προπλάσματα, 150 σχέδια, 30 σχέδια για ρετάμπλ και 200 χαρακτικά.
Ο
Θεοτοκόπουλος φαίνεται ότι σε όλη τη ζωή του παρέμεινε Έλληνας. Σε συνομιλία
του με τον θρησκευτικό ηγέτη Κοβαρούμπιας λέει απερίφραστα: « για μένα, δε θα
ήθελα να είμαι παρά μονάχα Έλληνας. Στην Κρήτη ονειρευόμουν την Ιταλία, στην
Ιταλία ονειρευόμουν τη Ισπανία, αλλά τώρα μου φαίνεται πως πρέπει να εύχομαι να
γυρίσω πίσω στην Κρήτη». Επίσης από μια ανάκριση της ιεράς εξέτασης αντλούμε
κάποιες πληροφορίες για την ιδιωτική του ζωή. Όταν ο ιεροεξεταστής κατά την
διαδικασία της ανάκρισης του είπε: «διαβάζω εδώ εκτός από το όνομα του θείου σας
Μανούσου Θεοτοκόπουλου, πολλές φορές το όνομα Θεοτοκόπουλος. Ώστε λοιπόν
Θεοτοκόπουλος και όχι Θεοτοκόπουλι καθώς σας λένε οι Ισπανοί…. Λοιπόν Δομήνικε
Θεοτοκόπουλι, εκτός από το θείο σας που μένετε μαζί υπάρχει σπίτι σας η Χερόνιμα
δε λας Κονέβα, μεθ΄ ης συμβιείτε εν παλλακεία, η θεία της Ευφροσύνη δε λας
Κονέβας και το αγοράκι σας που αναγνωρίσατε καθώς διαβάζω εδώ….»
Βαδίζοντας
προς το τέλος της ζωής του αντιμετωπίζει οικονομικά προβλήματα, αρρώστιες και
προσωπική καταπόνηση μετά το θάνατο της Χερόνιμα. Σύμφωνα με τα αρχεία του
αγίου Βαρθολομαίου του Τολέδου: «στις 7
Απριλίου 1614 πέθανε ο Δομήνικος Γκρέκο, χωρίς διαθήκη. Ενταφιάστηκε στον άγιο
Ντομίγκο Ελ Αντίγονο. Ο Θεός να αναπαύσει την ψυχή του».
Ο
Θεοτοκόπουλος θάφτηκε στο Τολέδο, την πόλη που αγάπησε και η οποία του το
ανταπέδωσε. Την πόλη που έγινε η τελευταία του πατρίδα, εκεί όπου καταξιώθηκε
και νίκησε το θάνατο, αφού η ψυχή του, τα έργα του, τα μηνύματά του,
επισκιάζουν όλη την ανθρωπότητα. «Ω διαβάτη, αυτός ο ωραίος τάφος, ο θόλος από
πορφυρίτη, απ΄ το σύμπαν κλέβει το πιο περίφημο πινέλο, αυτό που έκαμε τη ζωή
να σφύζει στο ξύλο και στο πανί. Το όνομα αυτό, που είναι άξιο για μια πνοή πιο
ισχυρή από εκείνη που γεμίζει τη σάλπιγγα της Φήμης, απλώνεται και λάμπει πάνω
σ΄ αυτό το μάρμαρο το βαρύ. Γονάτισε και προχώρησε. Εδώ βρίσκεται ο Γκρέκο. Η
μελέτη του έδωσε τα μυστικά της Τέχνης, η Τέχνη του αποκάλυψε τα μυστικά της
φύσεως, η Ίρις του έδωσε το χάρισμα των χρωμάτων, ο Φοίβος το δώρο του φωτός
και ο Μορφέας του χάρισε τις σκιές του».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου