a.readmore { /* CSS properties go here */ }

Ενημερωτικό σημείωμα

Παρασκευή 28 Φεβρουαρίου 2014

Μάθημα 8ο


Η τέχνη του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου
( 2 διδακτικές ώρες)
Πέμπτη 29/3/14



Η τέχνη του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου.

Άρθρο του Κυριακουλόπουλου Ευάγγελου    Πάτρα 28/2/14.


 

Η τέχνη του Θεοτοκόπουλου είναι καρπός των ιστορικών συνθηκών, της όλης προπαιδείας του και της μεγαλοφυίας του. Αυτό σημαίνει ότι οι πολιτικές και οι θρησκευτικές συνθήκες της εποχής και τα καλλιτεχνικά ρεύματα των χωρών στις οποίες έζησε, επέδρασαν αποτελεσματικά στη διαμόρφωσή του.
Οι πολιτικές συνθήκες της εποχής του  ευνόησαν την κατάληξή του στο Τολέδο. Αρχικά η φυγή του από την Κρήτη για τη Βενετία εξηγείται από το γεγονός της μητροπολιτικής σχέσης μεταξύ των δύο τόπων και η φυγή του από την Ιταλία προς την Ισπανία από το γεγονός ότι τότε τα βλέμματα όλων των καλλιτεχνών στρέφονταν προς τον μαικήνα Φίλιππο Β΄  και το ανεγειρόμενο Εσκοριάλ. Παράλληλα στην Ισπανία έχει επικρατήσει η αντιμεταρρύθμιση και το κλίμα που έχει διαμορφωθεί αναζητά την καλλιέργεια της πνευματικότητας και την ανάδειξη του υπερφυσικού, μεταφυσικού κόσμου.  Η χώρα  διαποτίζεται από ένα αυστηρό θρησκευτικό περιβάλλον, με έντονη τάση μυστικισμού και προβολή του μάρτυρα-ήρωα της πίστης ώστε να εδραιωθεί περαιτέρω ο Καθολικισμός. Το Τολέδο είναι η κατάλληλη πόλη, ο τόπος όπου αναπτύσσονται οι ιδεολογικές προτάσεις  της εποχής και ο τόπος που θα βοηθήσει  να ελευθερωθεί το πνεύμα του Δομήνικου και να μεγαλουργήσει.
 Η Αναγέννηση, με την προβολή του φυσικού κόσμου και της ομορφιάς του,  έφερε κόπωση στην Τέχνη και για τούτο αναζητείται η προσφυγή στην αντιρρεαλιστική πραγματικότητα την οποία βεβαίως μπορούν να προσφέρουν τα εξωκόσμια οράματα της θρησκείας. Παράλληλα η εμφάνιση του μανιερισμού με την ανήσυχη στάση των σωμάτων και την αδιαφορία προς τη φυσικότητα του χώρου δημιουργεί την ατμόσφαιρα μιας νέας τέχνης στο κλίμα της οποίας εντάσσεται ο Θεοτοκόπουλος.
Ο Δομήνικος Θεοτοκόπουλος μαθήτευσε σε τρία καλλιτεχνικά κέντρα. Την Κρήτη με την έντονη βυζαντινή παράδοση, όπου η τέχνη υποτάσσει την ύλη στο πνεύμα και αδιαφορεί για το φυσικό χώρο και τις αναλογίες. Στη Βενετοκρατούμενη Κρήτη διασταυρώθηκαν γόνιμα οι πολιτισμικές παραδόσεις του Βυζαντίου με τη Δύση. Εδώ η  Παλαιολόγεια ζωγραφική της Κωνσταντινούπολης αφομοίωσε αριστοτεχνικά τις  επιδράσεις της Ιταλικής τέχνης και είναι προφανές ότι τις γνώρισε και στον Κρητικό μαΐστρο ή σγουράφο Δομήνικο Θεοτοκόπουλο.
Τη Βενετία όπου συναντά τα μεγάλα αναστήματα της Αναγεννησιακής ζωγραφικής και μπολιάζεται στο πνεύμα της Βενετσιάνικης σχολής με την προσήλωση της στη δύναμη του χρώματος και στον τρόπο χειρισμού του.
Τη Ρώμη με ζωντανό το πνεύμα της Αναγέννησης και τους ισχυρούς φωστήρες της,  όπως τον Ραφαήλ και τον Μιχαήλ Άγγελο. Με την προτεραιότητα του σχεδίου, της στάσης των μορφών, την εμφάνιση του μανιερισμού τον οποίο θα υπηρετήσει περισσότερο από όλους τους καλλιτέχνες. Οι πνευματικοί του πρόγονοι φαίνεται ότι άφησαν τα δικά τους σημάδια στην τέχνη του. Από τον  Τιτσιάνο φαίνεται ότι δανείστηκε στοιχεία, όπως για παράδειγμα στον πίνακα του Ευαγγελισμού, το χείμαρρο του φωτός που κατέρχεται με το Άγιο Πνεύμα και τις βαριές φτερούγες του αγγέλου. Από τον Τιντορέττο πήρε τις τρεμουλιαστές μορφές και το γκριζογάλανο φόντο που υιοθέτησε στη σκηνή της  Σταύρωσης.  Τέλος αν συλλογιστούμε ότι στην εκδίωξη των εμπόρων απεικονίζει τον Ραφαήλ και τον Μιχαήλ Άγγελο τότε καταλαβαίνουμε την εκτίμηση που τους είχε.
Ο Θεοτοκόπουλος άφησε την τέχνη των φορητών εικόνων της Κρητικής σχολής και εφάρμοσε την τέχνη της ελαιογραφίας. Τα θέματά του είναι θρησκευτικά και μάλιστα τα επαναλαμβάνει πολλές φορές πράγμα που δείχνει ότι τα έργα του  έχουν  εκκλησιαστική χρήση και δεν τα θεωρεί κατεξοχήν καλλιτεχνήματα. Επίσης ζωγραφίζει πλήθος προσωπογραφιών συνήθων απλών, λαϊκών ανθρώπων και τέλος τρεις τοπιογραφίες.  
Στους πίνακες του Θεοτοκόπουλου οι μορφές είναι σαν οπτασίες. Μορφές εξαϋλωμένες, ελλειπτικές και μετεωριζόμενες, πρόσωπα αποσαρκωμένα και απαλλαγμένα από κάθε τι υλικό και φθαρτό, αναδεικνύουν την ανωτερότητα του πνεύματος και την ανάγκη της εποχής για την επικράτηση ενός ιδεολογικού  μεταφυσικού πλαισίου. Επιμήκη ζωγραφίζει τα πρόσωπα, τα βλέφαρα, τη μύτη, το λαιμό, τα δάχτυλα, φανερώνοντας την πρόθεση και τη δύναμή του να εξαϋλώνει τις μορφές και να εκφράζει με το χρωστήρα του το πάθος του για το μεταφυσικό κόσμο που τον συνέπαιρνε.
Στα έργα του προτίμησε τη στενόμακρη φόρμα. Με αυτό τον τρόπο κατάφερε την υπέρβαση της φυσικής πραγματικότητας και τη δημιουργία της ψευδαίσθησης ότι οι μορφές αιωρούνται. Ο Δομήνικος επιδιώκει να μεταδώσει ένα πνευματικό μήνυμα και για αυτό τα σώματα  που ζωγραφίζει δεν είναι ανθρώπινα κορμιά αλλά μοιάζουν με φλόγες που υψώνονται στον ουρανό. Παραμορφώνει τα μέλη, επιμηκύνει τα  σώματα και εξαϋλώνει τα  ρούχα και τα χρώματα. Όλα τα υποτάσσει και τα αναγκάζει να προβάλλουν την ανάγκη της τέλειας μεταρσίωσης.
Η τεράστια δύναμη του χρωστήρα του αναδεικνύεται πρωτίστως στις πλατειές πτυχώσεις. Αυτές αποτελούν κύριο χαρακτηριστικό του καλλιτέχνη και παρουσιάζονται πάντα πλούσιες και πληθωρικές. Διατηρούν πάντα την ενότητά τους και δεν  χωρίζονται σε μικρότερες, ενώ  άφθονο - άπλετο φως  τις διαγράφει, δημιουργώντας έντονη  αντίθεση με τη σκιά.
Ο Θεοτοκόπουλος προώθησε την τέχνη πέρα από την απλή απεικόνιση προσώπων και τόπων. Έδωσε πνευματικότητα και εσωτερικότητα στα έργα του. Στο θρησκευτικό και μυστικιστικό περιβάλλον της Ισπανίας χρησιμοποίησε την εναλλαγή του φωτός και της σκιάς. Έτσι ανέδειξε το εσωτερικό αίσθημα, την αγωνία του ανθρώπου.  Την αγωνία να υποτάξει ο άνθρωπος την ύλη στο πνεύμα. Το στοιχείο που θα του επιτρέψει να πετύχει το σκοπό του είναι το φως. Το φως του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου είναι αυτόνομο στοιχείο της σύνθεσης. Διαμορφώνει τα σχήματα , τα πρόσωπα και δημιουργεί την εντύπωση του ανάγλυφου στις μορφές. Στο φως δίνει ιδιαίτερη αξία και το καθιστά στοιχείο ουσιαστικής διάπλασης του πίνακα. Ποτέ δεν ακολουθεί τη φυσική πορεία και δεν φωτίζει σαν φυσική πηγή τα αντικείμενα. Είναι ένα φως αφύσικο που βρίσκεται  έξω  από την  πραγματικότητα αλλά μέσα στην παλέτα του μεγάλου ζωγράφου.
Αυτό το φως μορφοποιεί τα πρόσωπα και γίνεται στοιχείο άλλοτε τραγικότητας και άλλοτε δημιουργίας μιας μεταφυσικής ατμόσφαιρας με τις ζωηρές κηλίδες του πάνω στα σώματα, με τη ρευστότητά του πάνω στις πτυχώσεις, με την κυρίαρχη παρουσία του μέσα στα τοπία και τη διάλυσή του στις ακμές των πολυγωνικών πύργων που συναντάμε στους πίνακες. Αυτός ο φωτισμός των πινάκων είναι ουσιαστικά ο υποκειμενικός φωτισμός του ίδιου του καλλιτέχνη, το δικό του «εσωτερικό φως» που θέλει τα κορμιά, όταν τα φωτίζει, να εξορμούν από τη γη προς τον ουρανό, τον τόπο κατοικίας του Θεού.
Άμεσα συνδεδεμένα με το φως είναι και τα χρώματα. Τη σπουδή στο χρώμα του την έχει προσφέρει η Βενετία. Τα χρώματά του είναι εκτυφλωτικά, διαπεραστικά και μαγνητίζουν κάνοντας την τέχνη του μοναδική. Το χρώμα στον Θεοτοκόπουλο ανάγεται σε κύριο μέσο έκφρασης και με αυτό επιδιώκει να φτάσει στη μεγαλύτερη δυνατή πλαστικότητα και να δείξει τη δύναμη της χρωστικής σαγήνης. Εγκαταλείπει βαθμιαία τα ζεστά χρώματα της εποχής του και δουλεύει τα ψυχρά χρώματα σε πρασινογάλαζους τόνους. Τα αγαπημένα του χρώματα είναι το ερυθρό σε πολλές αποχρώσεις του, το κυανό, το κίτρινο, το λευκό, το χαλκοπράσινο, το πορτοκαλί (μίνιο), το ιώδες και όλα αυτά τα χρώματα  έχουν τη σκληρότητα του υαλώδους θυμίζοντας  με τη γυαλάδα τους βυζαντινά ψηφιδωτά. Γενικά τα ψυχρά χρώματα, ο σκληρός φωτισμός και η ελεύθερη πινελιά συμβάλλουν και αυτά στην ανάδειξη του βαθύτερου περιεχομένου των έργων του.
Μέσα σε όλο το έργο του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου διακρίνεται ένας έντονος δυϊσμός, ο διαχωρισμός του υλικού από τον ουράνιο κόσμο, του γήινου από τον υπερβατικό. Οι σκηνές διαδραματίζονται πάντα σε δύο επίπεδα. Το ανώτερο είναι  του ουρανού και το κατώτερο της γης. Πρόκειται για την πρωταρχική αγωνία του καλλιτέχνη να ξεφύγει από τη φυσική αναπαράσταση των πραγμάτων και να αναδείξει την αναζητούμενη, εκείνη την εποχή, υπερφυσική ή μεταφυσική πραγματικότητα. Τα υπερμεγέθη σώματα των προσώπων του ανώτερου επιπέδου δείχνουν την πίστη του στην ουράνια ιεραρχία, μια αρχή που υποστήριξε ο Διονύσιος Αρεοπαγίτης. Μεταξύ γης και ουρανού υφίσταται απόσταση αλλά  η υφιστάμενη απόσταση γεφυρώνεται με το στοιχείο του φωτός. Το φως είναι εκείνο το οποίο μέσα στους πίνακες επιτυγχάνει την ενοποίηση του γήινου με το ουράνιο και ταυτόχρονα γίνεται το μέσο μεταφοράς του γήινου προς την ουράνια μεταφυσική σφαίρα.
Όλα τα παραπάνω στοιχεία έχουν ένα και μοναδικό σκοπό: Να δημιουργήσουν την ατμόσφαιρα του θαύματος. Μορφές αιωρούμενες, εκφράσεις εκστατικές, εκπληκτικός χειρισμός του φωτός, δημιουργία διάχυτης κατάστασης, χρώματα εκτυφλωτικά, συνύπαρξη γήινου και ουράνιου, όλα δημιουργούν την αίσθηση του θαύματος, δηλαδή της θέας και της προοπτικής εισόδου στην υπερκόσμια πραγματικότητα του Θεού.
Μέσα σε όλα αυτά θα πρέπει να προσθέσουμε και τον έντονο συμβολισμό που απορρέει από τα έργα του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου. Χαρακτηριστική είναι η τραγικότητα των προσώπων μέσα στον πίνακα Espolio. Η αγωνία της σκηνής ξεπερνά τα σύνορα του πίνακα και εξαπλώνεται παντού, συμβολίζοντας την πανανθρώπινη αγωνία μπροστά στο θάνατο. Επίσης στους πίνακες που εικονίζεται η Παναγία γίνεται πρόσωπο –σύμβολο είτε της μητρικής αγάπης, είτε μέσω του απόμακρου και αγωνιώδους βλέμματός της, της αγωνίας κάθε μητέρας για τα τέκνα της.
Η τέχνη του Δομήνικου συγκίνησε τους κύκλους των λογίων και όχι τους καλλιτεχνικούς. Διαποτισμένο από φιλοσοφικές αναζητήσεις, επηρεασμένο από τη βυζαντινή παράδοση, συνδεδεμένο με το κλίμα της αντιμεταρρύθμισης, υπερβολικό και εκκεντρικό, προδρομικό του εξπρεσιονισμού. Πάνω από όλα όμως μοναδικό, αυτόνομο και ανεπανάληπτο. Ο Θεοτοκόπουλος κατάφερε να εισχωρήσει στο μυστικιστικό κόσμο της φαντασίας και να ζωντανέψει το υπερφυσικό. Να μεταβάλλει τη Δυτική ζωγραφική σε υπηρέτη του υπερφυσικού οράματος. Να πετύχει τη μετουσίωση της ύλης. Να προβάλλει το θαύμα του επουράνιου κόσμου. Ο τελετουργικός χαρακτήρας των παραστάσεων, η έννοια της ιεραρχίας, το μεταφυσικό φως, η εξαΰλωση των μορφών, η συμβολική χρήση των χρωμάτων, η ανύψωση προς το πνευματικό στοιχείο, συνθέτουν το συνολικό έργο του μεγάλου καλλιτέχνη.
Την εθνικότητα του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου την έχουν διεκδικήσει τρεις πατρίδες. Μελετώντας όμως την καλλιτεχνική του  πορεία και δημιουργία, διαπιστώνουμε ότι η αντιδικία αυτή δεν έχει σημασία, αφού η Τέχνη ανήκει στον Άνθρωπο. Άλλωστε το διεθνώς αποδεκτό όνομά του καθρεφτίζει μοναδικά την ταυτότητά του:  El (Ισπανία)  Greco (Ιταλία) με τη σημασία ο  « Έλληνας».




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου